ψυχολάτρης

ψυχολάτρης
ο
αυτός που λατρεύει την ψυχή, αυτός που πιστεύει στην ψυχολατρία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ψυχολάτρης — ο, θηλ. ψυχολάτρισσα, Ν οπαδός τής ψυχολατρείας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + λάτρης (πρβλ. ειδωλο λάτρης)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”